Συμμετέχει, μελετά, αρθρογραφεί, ταξιδεύει, ενημερώνεται με στόχο να προσφέρει όσο μπορεί στην αναβάθμιση του τοπίου που μας περιβάλλει.

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014

Σχολικός κήπος

Σχολικός κήπος


Πολύ συχνά, θυμάμαι ακόμα και σήμερα την αυλή του σχολείου μου, παρόλο που  έχουν περάσει σχεδόν τριάντα χρόνια από τότε που την άφησα. Τον Σεπτέμβρη όταν επιστρέφαμε από τις καλοκαιρινές διακοπές βρίσκαμε πράσινες μπανάνες που μάταια περιμέναμε να ωριμάσουν, γιατί τις προλάβαιναν τα πορτοκάλια και το κρύο κατά τα τέλη Οκτώβρη. Πριν τα Χριστούγεννα το χώμα κατά μήκος του φράχτη μαύριζε από τις πατημένες ελιές. ακολουθούσε μια περίοδος χειμερίας νάρκης μέχρι την άνοιξη που μας ξυπνούσαν τα ζωηρά χρώματα των τριαντάφυλλων, τα μεθυστικά αρώματα των ξινών ενώ δεν έλειπε ο λαχανόκηπος τον οποίο φρόντιζαν η Πέμπτη και η έκτη τάξη Δημοτικού. Από τη δεκαετία του 70 στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, οι κοινωνικές συνθήκες, τα εκπαιδευτικά πρότυπα και οι ανάγκες  άλλαξαν σε σχέση με το σήμερα.  Τότε το εκπαιδευτικό μας σύστημα στόχευε να μας μάθει τη βιολογία των φυτών  και να μας εξοικειώσει με αγροτικές εργασίες.

Σήμερα η αυλή του σχολείου,  αποτελεί το πιο υποτιμημένο τμήμα του σχολείου. Στην πλειοψηφία τους οι σχολικές αυλές είναι τσιμεντοστρωμένες και ασφαλτοστρωμένες επιφάνειες,  με κάποιες μπασκέτες ή  τέρματα ποδοσφαίρου σε μιαν άκρη και με ελάχιστη βλάστηση. Τα παιδιά φεύγουν από το σχολείο μετά από έξι χρόνια χωρίς να έχουν αφήσει κανένα ίχνος πίσω τους αλλά και χωρίς να πάρουν μνήμες από την αυλή του σχολείου.

 Τμήμα από αυλή σχολείου της Αθήνας      Σχολική αυλή σε χωριό, με συνθετικό τάπητα

 Θα πρέπει να  θεωρήσουμε την αυλή σαν ένα εργαλείο στα χέρια του δασκάλου, μια ακόμα τάξη,  την πιο σημαντική ίσως για να πειραματιστούν τα παιδιά να συνδέσουν τη θεωρία με την πράξη, να χαλαρώσουν κάτω από τον ίσκιο ενός δέντρου, να αναπτύξουν την κοινωνικότητά τους. Η αυλή θα πρέπει να μεταμορφωθεί σε πολυλειτουργικό χώρο  που θα έχει την ικανότητα να  μεταπλάθεται ανάλογα με τις δραστηριότητες και να συνδέεται αμφίδρομα τόσο με το κτήριο του σχολείου όσο και με τη γειτονιά. ανάλογα με τις ανάγκες. Στη σχολική αυλή ο δάσκαλος μπορεί να διδάξει τους μαθητές του διαδραστικά, δίνοντας τους ερεθίσματα όχι μόνο στο μάθημα της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης αλλά και σε άλλα μαθήματα. Πρόσφατα ένας δάσκαλος μου εξήγησε με πιο  τρόπο δίδαξε γεωμετρία  κατασκευάζοντας ένα λαχανόκηπο στην αυλή του σχολείου. 
Τα παιδιά  εκπαιδεύονται να κάνουν ανακύκλωση, να βρίσκουν τρόπους για να εξοικονομούν  ενέργεια, μιλάνε για φυτεμένα δώματα, για κομποστοποίηση, για τη συμβολή του πρασίνου στη ζωή τους, για υγιεινή διατροφή, και δεν έχουν την ευκαιρία να πιάσουν λίγο χώμα στα χέρια τους, να νιώσουν τη πλαστικότητά του, και τη δυναμική του σαν υλικό.
Η σχολική κοινότητα γνωρίζει τη σημασία του σχολικού κήπου, για αυτό τελευταία, έχουν γίνει αξιέπαινες προσπάθειες από δασκάλους και καθηγητές προς αυτή τη κατεύθυνση.
Ο σχολικός κήπος στο 9ο δημοτικό σχολείο Ρεθύμνου είναι έργο των δασκάλων.


Προμελέτη Φύτευσης σε βρεφονηπιακό σταθμό του δήμου Γλυφάδας (Σχεδιασμός Urban Point)

 Σχεδιασμός περιβάλλοντος χώρου του 1ου παιδικού σταθμού της Αθήνας στα πλαίσια μνημονίου συνεργασίας του Δήμου με την Πανελλήνια Ένωση Επαγγελματιών Πρασίνου (ΠΕΕΓΕΠ). Μελέτες για δεκατρία σχολεία παρέδωσε η ΠΕΕΓΕΠ στο Δήμο της Αθήνας, που παραμένουν στα συρτάρια των υπηρεσιών του.

Θεματικός κήπος σε σχολείο για παιδιά με ειδικές ανάγκες( Σχεδιασμός Urban Point)


  Μεταμόρφωση τμήματος της σχολικής αυλής σχολείου της Νίκαιας. (Σχεδιασμός Urban Point)


Ο σχεδιασμός και η μελέτη του περιβάλλοντα χώρου επιβάλλεται, αν θέλουμε να υπάρχει ένα βιώσιμο και ποιοτικό αποτέλεσμα. Η πρακτική που εφαρμόζεται με λίγα διάσπαρτα δέντρα και κάποιες πικροδάφνες δε συγκροτούν σχολικό κήπο.

Ο σχεδιασμός θα πρέπει να εστιάζει:
·         Στη βιοκλιματική βελτίωση του χώρου
·         Στην ασφάλεια των χρηστών στο χώρο
·         Στην εξασφάλιση όσο το δυνατό περισσότερου ελεύθερου χώρου
·         Στην οριοθέτηση χρήσεων και λειτουργιών
·         Στην απόκρυψη δυσάρεστης θέας
·         Στη ενοποίηση του κήπου με τους πεζόδρομους στις  εισόδους  των  σχολείων
·         Στην δραστηριοποίηση των μαθητών στον κήπο στα πλαίσια της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης.
Επιβάλλεται να γίνει επαναπροσδιορισμός των αναγκών, των χρήσεων, των λειτουργιών του περιβάλλοντος χώρου του σχολείου. Τα σημερινά παιδιά περισσότερο από ποτέ έχουν ανάγκη να συνδεθούν με φυσικά στοιχεία, να τα παρατηρήσουν, να πάρουν υλικό από αυτά, να ανακαλύψουν την χρηστική αξία ενός φυτού που δίνει καρπούς, αλλά και ενός άλλου που μπορεί να μη δίνει αλλά η σημασία του μπορεί να είναι εξίσου σημαντική.
Οι αυλές των σχολείων πρέπει να ξαναζωντανέψουν, οι δήμοι πρέπει να το βάλουν στις προτεραιότητές τους, τα οφέλη είναι τόσα πολλά και είναι έργο μικρού  κόστους.


Κινητοί  λαχανόκηποι μέσα σε οικοδομικά καρότσια


Φυτοδοχείο από ανακυκλώσιμο λάστιχο 
  
     Φωλιές πουλιών στα δέντρα της αυλής



Katsogianni Stavroula
Agriculturist-Landscape Architect
http://urbanpoints.blogspot.gr/



Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

ΑΤΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟ

  
ΑΤΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟ (του Αντώνη Β. Καπετάνιου)
Οι αρχαιολόγοι, με πρώτον τον Κωνσταντίνο Κοντόπουλο, έθιξαν το έτος 1885 το ζήτημα της προστασίας του αττικού τοπίου, που είχε σχέση με τη διαφύλαξη της ακεραιότητας των λόφων του λεκανοπεδίου. Βέβαια, η άποψη ως προς την προστασία τούτων, παρουσιάζει την εξής διττή εκδοχή: προστασία νοείται η de facto και χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις διατήρηση της μορφής και των περιγραμμάτων των λόφων που συγκροτούν και συνθέτουν το λεγόμενο αττικό τοπίο, στα πλαίσια του οφειλόμενου σεβασμού στο ιστορικό παρελθόν, ή η αποκατάσταση αυτών (π.χ., με φυτεύσεις) για την ανάδειξη του αττικού τοπίου, αποτελεί την ουσιαστική πράξη οφειλής;
        Ο Δ. Πικιώνης, για παράδειγμα, ο οποίος –παρά τα λόγια του τούτα–, αργότερα φρόντισε ώστε να φυτευτούν οι υπώρειες του βράχου της Ακρόπολης και να συμπληρωθούν οι αναδασώσεις στους λόφους που τον περιβάλλουν, είχε εκφράσει το έτος 1946 την παρακάτω άποψη: «…Διότι εις την χώραν της διαυγείας, το παν ευρίσκεται εις φανεράν ανταπόκρισιν προς τα άλλα και τα μακράν κείμενα. Δεν είναι λ.χ. αδιάφορον διά την Ακρόπολιν τι θα κτισθεί επί του Λυκαβηττού. Η δενδροφύτευσις του τελευταίου φαίνεται, διά τους από του Σαρωνικού θεωμένους το λεκανοπέδιον, ως μελανόν στίγμα όπισθεν της Ακροπόλεως, το οποίον καταστρέφει την λοιπήν αρμονίαν του τοπίου…» («Εισήγησις της Αισθητικής Επιτροπής της Γενικής Γραμματείας Τουρισμού επί των αρχών επί των οποίων πρέπει να βασισθούν τα νομοθετικά μέτρα προασπίσεως της Αισθητικής της Χώρας εις τας τουριστικάς ζώνας», Αθήνα 1946).        Κατά πρώτον, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι –κατά το μάλλον ή ήττον– οι λόφοι του λεκανοπεδίου, έφεραν κάποτε βλάστηση (τούτο καταδεικνύεται από ιστορικές πηγές). Η συνύφανση, συνεπώς, της λιτότητας του αττικού τοπίου με τη γυμνότητα των λόφων του, δε θα πρέπει να υποστηρίζεται απόλυτα, όταν μάλιστα η βλάστηση των κωνοφόρων (πεύκο ή κυπαρίσσι), καθώς και των αειφύλλων πλατυφύλλων, με την απέριττη παρουσία τους, δεν αποκλείει τη λιτότητα τούτη –θα υποστηρίζαμε μάλιστα ότι αποτελεί στοιχείο που την αναδεικνύει. Η συνάρτηση της λιτότητας του αττικού τοπίου με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, μοιραία συσχετίστηκε με τις γενόμενες ανατροπές, τις οποίες οι άνθρωποι –οι ίδιοι που δημιούργησαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, οι πρόγονοί τους και οι επίγονοι– διαμόρφωσαν.
        Προς τι, λοιπόν, ο πόλεμος στο πράσινο; Έβλαψε δηλαδή η μεσογειακού τύπου βλάστηση που εγκατέστησε ο Πικιώνης στην Ακρόπολη; Έβλαψε το πευκοδάσος που περιέκλεισε το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου; [«Η Επίδαυρος ήταν δάσος, από το οποίο απομένουν ελάχιστοι θάμνοι», ήταν η μαρτυρία του Γάλλου λογοτέχνη και ιστορικού Αντρέ Μπωνιέ κατά την επίσκεψή του στην Επίδαυρο στις αρχές του 20ου αιώνα (Μπωνιέ Αντρέ, «Το χαμόγελο της Αθηνάς», έκδοση του Πολιτιστικού Οργανισμού Δήμου Αθηναίων, Αθήνα, αχρονολόγητο)].
          Έβλαψε ο θαυμαστός κήπος που πλαισίωσε τις Στήλες του Ολυμπίου Διός; Έβλαψε το λιτό πράσινο που αναπτύχθηκε στους βράχους του Φιλοπάππου, του Ιππείου Κολωνού κ.ά.; Υπογραμμίζουμε τη μεγάλη προσπάθεια που διήγαγε στις αρχές του 20ου αιώνα ο Δήμος Αθηναίων, επί δημαρχίας Σπ. Μερκούρη, για την ανάπτυξη πρασίνου σε όλους τους αρχαιολογικούς χώρους της πρωτεύουσας…
          Η άποψη που διατυπώθηκε από τη βασίλισσα Αμαλία, η οποία όταν αντίκρισε τους γυμνούς λόφους του λεκανοπεδίου είχε πει: «…η γυμνότης δεν βλάπτει το σχήμα των λόφων», διαμόρφωσε μιαν ολόκληρη φιλοσοφία, που λειτούργησε ως «στεγανό», γύρω από το θέμα αυτό (η Αμαλία ήταν η πρώτη που έθεσε το ζήτημα κατ’ αυτό τον απόλυτο τρόπο. αργότερα, νεωτεριστικές απόψεις ενίσχυσαν την αρχική κείνη άποψη [ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης υποστήριζε το έτος 1966 πως είναι θέαμα τραγικό και απαράδεκτο να φυτεύονται και να πλαισιώνονται οι αρχαιολογικοί χώροι με δένδρα, διότι το δάσος της Ελλάδας είναι ο γυμνός ελληνικός βράχος!]) Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι οι τότε βασιλείς, φαίνεται να είχαν μιαν περίεργη (sic) άποψη για το πράσινο.

        Όπου αυτό τους εξυπηρετούσε και το ήθελαν, το βοηθούσαν και πρωτοστατούσαν στη δημιουργία του, ξοδεύοντας μάλιστα τεράστια ποσά για τη διαμόρφωση και την προαγωγή του (βλέπε τον Εθνικό Κήπο, το Κτήμα της Βασιλίσσης, τις δενδροφυτεύσεις των οδών κ.ά.) Όπου, όμως, αυτό επιζητούνταν από το λαό, εκφραζόταν απόψεις όπως η προηγούμενη της Αμαλίας. Σε σχέση με αυτή την υποκριτική συμπεριφορά των βασιλέων, αρκεί ν’ αναφερθεί ότι κατά τον αρχικό σχεδιασμό του βασιλικού κήπου προβλέφτηκε η δημιουργία ενός κήπου περίπου 20 στρεμμάτων που θ’ ανήκε στ’ ανάκτορα, καθώς και η δημιουργία, σε συνεχεία αυτού, ενός μεγάλου δημοσίου κήπου που θα ανήκε στο λαό. Οι βασιλείς, όμως, σκέφτηκαν ότι «τους έπεφταν λίγα» τα 20 στρέμματα του ανακτορικού κήπου και δημιούργησαν έναν τεράστιο βασιλικό κήπο, αυστηρά δικό τους, ενώ –τι υπεροπτική συμπεριφορά!- στο λαό έδωσαν το έτος 1846 τον κήπο της πλατείας Συντάγματος!!! 
        Η υστερία κατά του πρασίνου ξεκίνησε νωρίς, με το φύτεμα του βασιλικού κήπου. Οι απλοί Αθηναίοι δεν τον συμπαθούσαν, διότι τα έξοδα για τη δημιουργία του ήταν μεγάλα και δυσβάσταχτα για το νεοσύστατο φτωχό ελληνικό κράτος και κατ’ επέκτασιν για τη δική τους τσέπη. Δεν είχαν, δε, και πρόσβαση σε αυτόν, δεν τον απολάμβαναν. Γιατί λοιπόν να τον συμπαθήσουν; Την αντιπάθειά τους ενίσχυαν οι απόψεις επιφανών περιηγητών, όπως π.χ. του Θεόφιλου Γκωτιέ, ο οποίος φέρεται να προσεβλήθη διότι φυτεύτηκαν πρασινάδες σ’ ένα τόσο γραφικό σημείο της πόλης (εκεί όπου αναπτύχθηκε ο βασιλικός κήπος), χαλνώντας τα τόσο ωραία βράχια!..
        Ομοίως, ο Εντμόντ Αμπού σημείωνε για τον Βασιλικό Κήπο: «Δίχως αμφιβολία, θα ήταν ίσως καλύτερα να αφήνονταν το πεδίο όπως ήταν, γυμνό και ακαλλιέργητο, καμένο και γεμάτο εδώ και κει από μερικά άγρια φυτά». Ο δε αρχαιολάτρης λογοτέχνης Περικλής Γιαννόπουλος, αφαιρούσε κρυφά τη βλάστηση που είχε φυτευθεί επί και πέριξ των τειχών της Ακρόπολης, για να μη θιχτούν –όπως έλεγε– τ’ αρχαία μνημεία! 
        Η ιστορική και η αισθητική διάσταση που προσδίδεται από τους εκφραστές των παραπάνω απόψεων στο αττικό τοπίο, με τη γυμνότητα που το χαρακτηρίζει, θεωρείται ως λόγος ικανός για τη διατήρησή του ως τέτοιο (δηλαδή γυμνό) και την εξ αυτού του λόγου απόρριψη του πρασίνου. Η σημασία του πρασίνου όμως, και ο σημαντικός ρόλος που επιτελεί, θεωρούνται πράματα δεδομένα, αυτονόητα κι αυταπόδεικτα και δεν απαιτείται –πιστεύω– να επιχειρηματολογήσει κανείς για να γίνουν αποδείξιμα ή κατανοητά.
        Εν προκειμένω, από τους υποστηρικτές της παραπάνω άποψης, θεωρείται ότι ο ειδικός ρόλος του πρασίνου, δε θα πρέπει να επιτελεσθεί στο «τοπίο των βράχων». 

Φωτό:Wikipedia
          Διαφορετική ήταν η αντίληψη σε σχέση με τα παραπάνω των συντακτών του πρώτου σχεδίου της πόλης των Αθηνών, Κλεάνθη και Σάουμπερτ, η οποία διατυπώνεται στο μνημόνιο που υπέβαλλαν προς την Αντιβασιλεία.
          Ανέφεραν χαρακτηριστικά: «Η νότια πλευρά της πόλης θα χρησίμευε –αφού φυτευόταν μετά το τέλος των ανασκαφών με δένδρα και διαμορφωνόταν με αλέες γύρω από το βράχο- σαν περίπατος. Για τον περίπατο γύρω από το κάστρο θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν δένδρα, που ν’ αντέχουν και χωρίς νερό, έτσι ώστε οι ωραίοι βράχοι της Ακρόπολης να προβάλλουν στεφανωμένοι από πράσινο…»

        Ο Βαυαρός αρχαιολόγος Λουδοβίκος Ρος, έδωσε μιαν άλλη διάσταση: την αισθητική συνύπαρξη μνημείου-πρασίνου. Υποστήριζε: «Κάθε Φθινόπωρο θα φυτεύονταν με δένδρα και θάμνους το ανασκαπτόμενο ως τότε έδαφος ανάμεσα στα αρχαία μνημεία (το προκύπτον από τις ανασκαφές στο χώρο της Ακρόπολης). Τα δένδρα και οι θάμνοι θα φυτεύονταν ομαδικά σε μετρημένες αποστάσεις, έτσι ώστε η αναδημιουργούμενη πόλη ούτε να δείχνει σα μια γυμνή επιφάνεια, ούτε να μετατραπεί σε δάσος. Πάνω στα υψηλότερα φυσικά πλατώματα της Ακρόπολης, κάτω από τα γυμνά της βράχια, από τη σπηλιά του Πάνα έως το θέατρο του Διονύσου, μπορεί να γίνει, με λίγο κόπο, ένα σκιερό πέρασμα. Λαμπρά θα προβάλλουν τότε τα κιτρινόγκριζα βράχια της Ακρόπολης και τα ανοιχτόχρωμα χρυσοκίτρινα τείχη, με τα ακανόνιστα γραφικά πλευρά, από τη σκοτεινόχρωμη βλάστηση. Και από πάνω τους, ψηλά, οι επιβλητικές κολώνες του Παρθενώνα. Τι γοητευτική θέα θα ανοίγεται από τούτο το σύδεντρο για τον διαβάτη! Θέα της αρχαίας και της νέας πόλης στα πόδια του, και πέρα από αυτήν η πλατειά πεδιάδα με τον σκοτεινόχρωμο Ελαιώνα και απόμακρα οι γαλάζιες κορυφές του Κιθερώνα, της Πάρνηθας και της Πεντέλης. Η Αθήνα θα διαθέτει ένα πάρκο, διδαχτικό και αξιοπρόσεκτο ταυτόχρονα, χάρις στα ερείπια της αρχαιότητας, όπως κανένα άλλο, και πλούσιο σε φυσικές καλλονές, όπως λίγα άλλα».

         Η βαρύνουσα –αν κι όχι κυρίαρχη- άποψη για το πράσινο των Αθηνών, συνοψίζονταν στα εξής:«…η δάσωσις των λόφων της πρωτευούσης χαλνά την εικόνα τους, χωρίς να εξυπηρετεί κάποιον ουσιαστικό σκοπό». Η φιλοσοφία αυτή αποτέλεσε τη «σημαία» για τον εξοβελισμό του πρασίνου από τη γη των Αθηνών.
         Οι διώκτες του το κυνήγησαν (πολλές φορές, για την εξυπηρέτηση μικροσυμφερόντων), ως μη συμβατό με τη φυσιογνωμία του αττικού τοπίου!!! Είναι χαρακτηριστικό τούτο, που καταδεικνύει τη σύγχυση των ανθρώπων εκείνων, σ’ ότι αφορά τη θεώρηση του αττικού τοπίου. Ότι, ενώ από τη μια πλευρά ενέτασσαν σε αυτό τη λιτή, π.χ., βλάστηση των πεύκων, από την άλλη την αποκήρυτταν και κατέκριναν την τυχόν μελλοντική εγκατάστασή της στην αττική γη. Αναφέρεται ως παράδειγμα η περίπτωση του λογοτέχνη Κώστα Ουράνη. Αυτός, στα ταξιδιωτικά του κείμενα της δεκαετίας του ’30 (Ουράνη Κ., «Ταξίδια: Ελλάδα», έκδ. «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», εκδοση 6η, Αθήνα 1986), εντάσσει στο αττικό τοπίο το πεύκο. Λέγει: «Ένα χώμα κοκκινωπό, πιο πέρα μερικά σπίτια που τα κεραμίδια τους ξεχωρίζουν ανάμεσα από πεύκα. Στο βάθος, γαλαζόμαυρη, με τ’ άσπρα τραύματα των λατομείων στους κόλπους της, η Πεντέλη, κι επάνω, ένας ουρανός γαλανός, φωτεινός κι απέραντος…»

         Σε άλλο σημείο των κειμένων του όμως, δεν αποδέχεται (με λόγο, ομολογουμένως, διαποτισμένο από την ανόητη έπαρση του διανοητή) την αναδάσωση του Υμηττού: «…Η αττική όμως φύση δεν έχει τίποτα το αισθηματικό –κι ακόμα λιγότερο το γραφικό. Είναι λιτή, τόσο λιτή, που στα μάτια των κοινών ανθρώπων φαίνεται γυμνή και φτωχή. Παράδειγμα η Αθηναία εκείνη κυρία, που ακούγοντας τον Μωρεάς να εξυμνεί την ομορφιά του Υμηττού, του παρατήρησε πως θα ήταν “πολύ ωραιότερος” αν τον αναδάσωναν. Ο Μωρεάς συγχύσθηκε από αυτή την παρατήρηση και της απάντησε με περιφρονητική ειρωνεία: 
Το ίδιο μου είχε πει κι ένας γνωστός μου ζυθοπώλης στο Παρίσι.  Η καημένη η κυρία δεν άξιζε τόση αγανάκτηση. Η ομορφιά του αττικού τοπίου της ξέφευγε. Για να μπορέσει να τη νιώσει, της χρειαζόταν μια πνευματική προπαρασκευή, που της έλειπε…» 
      Επί τούτου, όμως, δε θα πούμε περισσότερα. Τα όποια επιχειρήματα περιττεύουν μπρος στη σοφή συμβουλή του Γρηγορίου Ξενόπουλου (διατυπώθηκε το έτος 1914): «Υπάρχουν τώρα και μερικοί που νομίζουν ότι η Ελλάς πρέπει να διατηρήσει τη γυμνότητά της, το φαιόν εκείνο ή υποκίτρινον χρώμα της, που το ευρίσκουν ωραίον και χαρακτηριστικόν. Μη τους ακούτε! Οι άλλοι που έχουν την ιδέαν, ότι πρέπει να πρασινίσει, έχουν και το μεγαλύτερο δίκιο…» 

       Αρκετά νωρίτερα, το έτος 1830, ένας περιηγητής, ο βαρώνος Ωβ, είχε εκφράσει περίπου την ίδια με τον Ξενόπουλο άποψη. «Το πιο αναγκαίο απ’ όλα θα ήταν ν’ ανοίξουν πηγάδια οι Αθηναίοι και να φυτέψουν εκατομμύρια δένδρα…», υποστήριζε. Αλλά και ο Άγγλος ευγενής Έντουαρντ Νόελ το 1831, είχε κατά τον ίδιο τρόπο τοποθετεί: «Είμαι πολύ ικανοποιημένος με την Αθήνα, οφείλω να το παραδεχτώ, όμως αν είχε λίγο περισσότερο πράσινο, θα ήταν πραγματικά όμορφη. Δένδρα, δένδρα χρειάζονται παντού, και φοβάμαι ότι θα πάρει πολύ καιρό μέχρι να το δούμε…»
      Στα τέλη του 19ου αιώνα, λοιπόν, και στις αρχές του 20ου, ξεκίνησε η μεγάλη προσπάθεια για να πρασινίσει η γυμνή Αθήνα –όπου ήταν δυνατό και το μπορούσε. Με σεβασμό στην ιστορία, στο χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία της. Όμως, αλλοίμονο!, στο τέλος η μεγαλειώδης κείνη προσπάθεια απαξιώθηκε και κατέπεσε. Όχι διότι η αττική γη δεν επιδεχόταν την αναμόρφωση, αλλά διότι ο κάτοικός της δε μπορούσε να συμπορεύεται με το πράσινο! Δε στέριωσε το πράσινο στην αδικημένη αττική γη. Οι ορδές των νεοελλήνων, όχι μόνο δε συνέχισαν την άξια προσπάθεια των προγόνων, αλλά, σε πολλές περιπτώσεις κατέστρεψαν ότι με κόπο δημιουργήθηκε, καλύπτοντας τη γη αυτή με το μπετόν και την άσφαλτο του πολιτισμού τους.
       Δέστε όμως, από τη ματιά του μυθιστοριογράφου πώς αντιλαμβανόταν ο Αθηναίος αστός του 19ου αιώνα την προσφορά του δένδρου της πόλης, και πως εκφραζόταν η επιθυμία του για το πράσινο αυτής (τότε, που στις προτεραιότητες του νου και της καρδιάς, είχαν θέση τ’ απλά κι ονειρικά πράματα…), και συγκρίνετε κείνο το συναίσθημα με το αντίστοιχο του σημερινού αστού: «Η οδός Σταδίου ήτο εν τη ακμή της τύρβης ήτις την χαρακτηρίζει. Το δεξιόν πεζοδρόμιον κατάμεστον περιπατητών πηγαινοερχομένων. Ημέρα λιακάδας από τας σπανιοτέρας χειμερινάς. Αι μικραί ακακίαι επρασίνιζον δυνατά εκατέρωθεν των πεζοδρομίων. Ο Σβούρας έρριψεν εν βλέμμα επί της δεξιάς πλευράς των δένδρων, καθώς ανήρχετο, και είπε με το νου του πότε θα μεγαλώσουν, να καλλυνθή, να ευτρεπισθή η περίκομψος λεωφόρος, η τόσο αγαπητή εις τους Αθηναίους» (από το μυθιστόρημα του Γεράσιμου Βώκου «Ο κύριος Πρόεδρος», Αθήνα 1893, επανέκδοση από τις εκδόσεις «Σοκόλη», Αθήνα 2004).  
     Ο πάντα επίκαιρος μα και καυστικός λόγος του Εμμανουήλ Ροΐδη, ο αναφερόμενος στη σκαιά αντιμετώπιση της ελληνικής (και δη της αττικής) φύσης από τον Έλληνα πολίτη, ας αποτελέσει τον επίλογο τούτου του δοκιμίου: «…Πολύ τεχνοκρίται κατηγόρησαν τους αρχαίους ως ανίκανους να αισθανθώσι και να υμνήσωσι τα θέλγητρα της φύσεως, όπως οι σήμερον ρομαντικοί. Την μομφήν ταύτην δύναται να εύρη άδικον ο αναγιγνώσκων τον Οιδίποδα επί Κολωνώ ή τον Ιππόλυτον Στεφανηφόρον, όχι όμως και ο αποβλέπων εις την παρά των απογόνων αυτών ανοχήν της καταστροφής των δασών και της μεταποιήσεως εις άσβεστον των γραφικοτάτων λόφων των Αθηνών»(Ροίδη Δ. Εμ., «Αι εξοχαί των Αθηνών», Αθήνα 1896).

Αντώνης Β. Καπετάνιος,
Δασολόγος-Περιβαλλοντολόγος
(από το βιβλίο του «Αθήνα, ζεις;», εκδ. Φιλιππότη, Αθήνα 2006)

πηγή http://www.solon.org.gr/index.php/politismos-oikologia-anthropologia/91---a-/1277-attiko-topio.html

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Ο ΛΟΦΟΣ ΤΟΥ ΦΙΛΟΠΑΠΠΟΥ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ

Ο  ΛΟΦΟΣ ΤΟΥ ΦΙΛΟΠΑΠΠΟΥ ΜΑΣ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ

Πριν μερικά χρόνια, είχαμε συντάξει με κάποιους συναδέλφους, την έκθεση που παραθέτω πιο κάτω, σχετικά με  τη κατάσταση της  χλωρίδας και όχι μόνο, στο λόφο του  Φιλοπάππου. Αποφάσισα να γράψω μερικά λόγια για τη σημερινή όψη του λόφου, μετά από κάποιους περιπάτους που έκανα τελευταία στο λόφο. Ξαναδιαβάζοντας όμως την έκθεση ανακάλυψα πόσο επίκαιρη είναι και θα θελα απλώς να κάνω κάποιες επιπλέον επισημάνσεις.  Ο λόφος πριν μερικά χρόνια αποψιλώθηκε και καταστράφηκε μεγάλο ποσοστό  θαμνώδους  βλάστησης. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα να παρατηρούνται έντονα προβλήματα διάβρωσης από το νερό που απορρέει στα πρανή του, τα μονοπάτια του έχουν σε ένα μεγάλο ποσοστό καταστραφεί από νεροφαγώματα, τα φυτά αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ξηρασίας. Ένα μεγάλο ποσοστό βλάστησης έχει καταστραφεί για διάφορους λόγους, τα φυτά εμφανίζουν εικόνα εγκατάλειψης,  από τις λίγες εργασίες που φαίνεται ότι γίνονται στο λόφο είναι η χορτοκοπή, μία φορά το χρόνο και αυτή γίνεται προφανώς για λόγους αποφυγής πυρκαγιάς.
O λόφος έχει έκταση 700 στρέμματα, αποτελεί σημαντικό πνεύμονα πρασίνου δείγμα μεσογειακού τοπίου αλλά και βιότοπου που είναι δεμένος άρρηκτα με τις σημαντικές αρχαιότητες που εμπεριέχει. Ο μεγάλος δάσκαλος Δημήτρης Πικιώνης διαμόρφωσε με σεβασμό 85 στρέμματα και δεν  είναι τυχαίο, ότι το έργο αυτό κηρύχτηκε από την UNESCO ως μνημείο σύγχρονης αρχιτεκτονικής με παγκόσμια σημασία το 1996, με εξαίρεση το ναό του Αγίου Δημητρίου που είχε κηρυχθεί μνημείο από το 1958. 
Τι γίνεται όμως με τα υπόλοιπα 615 στρέμματα; Οι υποδομές που κατασκευάστηκαν στο παρελθόν έχουν καταρρεύσει, δεν λειτουργούν. Υπάρχει σχέδιο διαχείρισης για το πράσινο, ή σχέδιο αποκατάστασης των καταστροφών στο έργο του Πικιώνη; Ο λόφος έχει μεγάλη επισκεψιμότητα από  κατοίκους  αλλά και τουρίστες. Προσωπικά δε με ενοχλεί μόνο η εικόνα του, με ανησυχεί η απαξίωση του και οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητά του.
Η απάντηση στα ερωτήματα μπορεί να δοθεί εύκολα, δύσκολοι καιροί, που να βρεθεί η χρηματοδότηση.  
Θα απαντήσω θέτοντας και άλλα ερωτήματα,
1.Πόσα χρήματα από το ενοίκιο που εισπράττεται από το εστιατόριο που βρίσκεται στις παρυφές του λόφου δίνονται για την διαχείρισή του;
2.Συντάχθηκε σχέδιο διαχείρισης του λόφου με στόχο να ενταχθεί σε κάποιο ευρωπαϊκό κοινοτικό πρόγραμμα χρηματοδότησης;
3. Εισπράχθηκαν ποτέ πρόστιμα από αυθαιρεσίες που έγιναν στο λόφο;
4. Ποιος θα έπρεπε να είναι ο ρόλος των ανθρώπων που εργάζονται σα φύλακες στο χώρο, σίγουρα όχι στατικός;
5.Ποιά η τύχη της λειτουργίας του αναψυκτηρίου - αναπαυτηρίου του Λουμπαρδιάρη;
Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα ίσως να μη μπορούν να δοθούν το ίδιο εύκολα, ελπίζω όμως να αποτελέσουν μια μαγιά για συζήτηση που θα οδηγήσει στη λήψη αποφάσεων προς τη βελτίωση της κατάστασης στο λόφο.

Κείμενο φωτο
Κατσογιάννη Σταυρούλα
Γεωπόνος – Αρχιτέκτων τοπίου

Η παρακάτω έκθεση συντάχθηκε από ομάδα συναδέλφων το Δεκέμβριο του 2008.










Έκθεση για τη χλωρίδα στο λόφο του Φιλοπάππου


Ο λόφος του Φιλοπάππου είναι ένας χώρος επίκεντρο της αστικής ανάπτυξης της Αθήνας τα τελευταία 3 χιλιάδες έτη. Το μητρικό πέτρωμα του λόφου είναι ο ασβεστόλιθος.
Σήμερα είναι ο νοτιότερος μεγάλος χώρος πρασίνου της πόλης. Είναι σημαντικότατος βιοκλιματικά χώρος αφού αποτελεί το τέλος του συμπλέγματος Υμηττός / Πανεπιστημίου / Πάρκο Συγγρού / Ριζάρειο / Βυζαντινό Μουσείο- Ωδείο, /Εθνικός κήπος / Στήλες του Ολυμπίου Διός, Ακρόπολη, /Φιλοπάππου. Είναι η πιο σημαντική διαδρομή μεταφοράς του δροσισμού στην πόλη από το περιαστικό πράσινο και μείωσης του φαινομένου της θερμικής νησίδας, στο κέντρο της πόλης.
Η χλωρίδα του λόφου έχει καταστραφεί αρκετές φορές κατά την διάρκεια των αιώνων, ενώ τον  τελευταίο αιώνα έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες επαναφύτευσης  του, κυρίως με πεύκα, από διάφορες ενώσεις, οργανώσεις και συλλόγους.
Η πιο σημαντική και οργανωμένη φύτευση έγινε από τον αρχιτέκτονα Α. Πικιώνη κατά την ανάπλασή του το 1955, όπου φυτεύτηκαν ελιές, χρυσελιές, κυπαρίσσια, χαρουπιές, δάφνες, μηδικές, (κυρίως στα πρανή) πικροδάφνες, ακάνθες.
Σήμερα υπάρχουν και πολλά αυτοφυή είδη, όπως κρόκοι και ίριδες ενώ στην ορνιθοπανίδα έχουν φωλιάσει γεράκια και κουκουβάγιες.
Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει σωστή διαχείριση της πανίδας και της χλωρίδας του λόφου.
Πολλοί θάμνοι κλαδεύτηκαν έτσι ώστε να μετατραπούν σε δένδρα ενώ χιλιάδες θάμνοι κόπηκαν για λόγους καθαριότητας και «αισθητικής» κάποιων. Επίσης κάθε έτος για λόγους πυρασφάλειας γίνεται αποψίλωση του λόφου κόβοντας κάθε φυσική αναβλάστηση, και απομακρύνοντας με αυτό τον τρόπο όλη την βιομάζα.
Τα αποτελέσματα είναι μέσα σε λίγα χρόνια ορατά. Η απομάκρυνση του «υπορόφου» και η καταστροφή της φυτοκοινωνίας έχει οδηγήσει στην γρήγορη ξήρανση του ελάχιστου επιφανειακού χώματος πάνω από τον ασβεστόλιθο. Έχει μειωθεί δραματικά η οργανική ουσία που υπάρχει στο έδαφος ενώ σε πολλά σημεία η διάβρωση από την βροχή είναι τόσο μεγάλη, οπότε μπορούμε να μιλάμε για « ξέπλυμα του βράχου » ενώ εκεί που υπάρχει πιο πολύ έδαφος, τα χαντάκια φτάνουν και τα 70 εκατοστά.
Η επιβίωση των δένδρων είναι οριατική ενώ οι απώλειες στα κυπαρίσσια έχουν φτάσει στο 60 %. Σημαντικές ξηράνσεις έχουν ακόμα και οι ελιές από την έλλειψη υγρασίας. Τα τοπία σε πολλά σημεία , κυρίως στα ψηλότερα σημεία, και πίσω από το Αστεροσκοπείο, είναι σχεδόν ερημικά, με δεκάδες υπολείμματα – πρεμνά- δένδρων και η βλάστηση έχει αραιώσει επικίνδυνα.
Σε καλύτερη κατάσταση βρίσκονται οι περιοχές πάνω από το Κουκάκι, διότι έχουν γίνει λιγότερες κοπές θάμνων αν και έχουν αφαιρεθεί εκατοντάδες μηδικές από τα πρανή του περιφερειακού και υπάρχουν κίνδυνοι κατάρρευσής τους.
Υπάρχει ένδειξη χρήσης τοξικών και καταστροφής πολλών θάμνων και δένδρων- ευτυχώς κάποιοι αναβλαστάνουν- στα όρια της οδού που ενώνει τον Λουμπαρδιάρη με την Δώρα Στράτου. Πολλά διαφορετικά είδη φυτών, όπως πεύκα, κυπαρίσσια, κυπαρίσσια γλαυκά, χαρουπιές, κουμαριές, πικροδάφνες, μυρτιές, δενδρολίβανο έχουν ξεραθεί στην σειρά -όλα στην κάτω πλευρά της οδού-με όλα τα φύλλα πάνω στα κλαδιά μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα ενώ μερικά παρουσιάζουν και σκάσιμο στους κορμούς.
Ο λόφος σαν φυτοκοινωνία απαιτεί άμεση δράση ώστε να αναστραφεί η κατάσταση. Αν
Χρειάζεται άμεση εκπόνηση διαχειριστικής μελέτης όπου θα οριστούν οι όροι κλάδευσης, φύτευσης, συντήρησης, φυτοπροστασίας, ανάπλασης και προστασίας του υπάρχοντος οικοσυστήματος.
Να σταματήσει η απαράδεκτη τακτική , όπου η φύτευση και η συντήρηση του χώρου να ορίζεται από ανθρώπους ή επιστήμονες μη γεωτεχνικούς  που δεν έχουν επαρκείς γνώσεις , όπως αρχαιολόγοι.
Να υπάρξει ένα σχέδιο φυτεύσεων και αντικαταστάσεων των χιλιάδων θάμνων που έχουν κοπεί και αποκατάσταση του έργου φύτευσης του Πικιώνη.
Επαναλειτουργία και εκσυγχρονισμός συστήματος πυρόσβεσης. Οι νέοι κρουνοί είναι χρήσιμοι αλλά προφανώς είναι η υποδεέστερη λύση από το παλαιότερο σύστημα.
Η διαχείριση του λόφου πρέπει να βασίζεται στους κανόνες της γεωτεχνικής επιστήμης και όχι σε ιδεοληψίες και δοξασίες ή και προσωπικές απόψεις.      

Καπάνταης Μανώλης Δασολόγος  Μέλος επιτροπής πρασίνου ΓΕΩΤΕΕ , διευθυντής πρασίνου Δήμου Νίκαιας
Kώστας Τάτσης Γεωπόνος Μέλος επιτροπής πρασίνου ΓΕΩΤΕΕ
Μπαρμπής Νίκος  Γεωπόνος ΕΔΕ
Μέξης Λουκάς Γεωπόνος ΕΔΕ
Κατσογιάννη Σταυρούλα Γεωπόνος Μελετητής
Μπαιρακτάρη Βασιλική Γεωπόνος


Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ ΣΕ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΛΑΤΕΙΑΣ  ΣΕ ΠΟΛΗ ΤΗΣ  ΜΕΣΟΠΟΤΑΜΙΑΣ

Το γραφείο μας καλέστηκε να σχεδιάσει τη νέα πλατεία μιας καινούργιας ιδιωτικής πόλης στο βορειοανατολικό Ιράκ. Η νέα πόλη αποτελείται από 700 μονοκατοικίες και 10 πολυώροφα κτήρια κατοικιών. Η πόλη διαθέτει σχολεία, αθλητικούς χώρους, μικρότερες πλατείες και πάρκα, δεντροστοιχίες, υποδομές.
Το βασικό ερώτημα για μας, ήταν τι είδους πλατεία χρειάζεται η  πόλη;
 έπρεπε λοιπόν να σκεφτούμε τη σύνθεση των κατοίκων,  τον  προσανατολισμό  του χώρου , το κλίμα της περιοχής, την προσβασιμότητα, τα τοπικά χαρακτηριστικά , την αναλογία του πράσινου και των σκληρών επιφανειών , πως θα διαχειριστούμε τα όρια της πλατείας, τη δημιουργία ενός ευχάριστου μικροκλίματος που θα έχει χρήσεις  για όλους τους κατοίκους, τη σύνδεση της πλατείας με τους άλλους χώρους πρασίνου κλπ.
Έτσι καταλήξαμε να προτείνουμε μια πλατεία  
• σε ανθρώπινη κλίμακα
• με ιστορικές αναφορές
• που αισθητικά αναβαθμίζει τη πόλη
• με  επιλογές που την καθιστούν λειτουργική
• με ελεύθερους χώρους  και χρήσεις για όλες τις ηλικίες
• με χώρους που προσφέρουν ιδιωτικότητα και χαλάρωση

Μια πλατεία σημείο αναφοράς για τη πόλη, βιοκλιματικά ευχάριστη, με ανοιχτούς και κλειστούς χώρους με δραστηριότητες που προσφέρουν αναψυχή αλλά και ηρεμία όλο το χρόνο.  
Φωτο 1. Κάτοψη της πλατείας

Ας ξεκινήσουμε την περιήγηση μας από τη βορειοδυτική είσοδο, (μία από τις δυο κύριες εισόδους). Σε αυτή τη περιοχή δημιουργούνται πράσινα εσωτερικά δωμάτια στα οποία μπορεί κανείς να βρει μια ήσυχη γωνιά , η βλάστηση μέσα σε αυτά ακολουθεί τη συμμετρία και παραπέμπει σε κήπους της Μεσοποταμίας. Τα πράσινα δωμάτια   εναλλάσσονται με ανοιχτά δωμάτια που έχουν οπτική και από μέσα προς τα έξω και το αντίθετο. Κεντρικό στοιχείο στους ανοιχτούς χώρους είναι μια ουασιγκόνια και ανθόφυτα. Στη πορεία ο διάδρομος κίνησης διαπλατύνεται και εκεί διαμορφώνεται ένα υπαίθριο γυμναστήριο για ενήλικες. Οι ακτινωτές ευθείες των φυτών διεισδύουν σαν περασιές στο δάπεδο και εισχωρούν στο χλοοτάπητα με λωρίδες λουλουδιών.
Φωτο 2. Ανοιχτές και κλειστές οπτικές

Φωτο 2. Ανοιχτές και κλειστές οπτικές

Δυο δευτερεύουσας σημασίας  είσοδοι έχουν ανοίξει δυτικά και ανατολικά της πλατείας στα σημεία που καταλήγουν οι αντίστοιχοι δρόμοι .
Φτάνοντας στο τέλος αυτής της περιοχής συναντάμε αριστερά ένα ροδώνα και πιο αριστερά τη παιδική χαρά. Η παιδική χαρά οριοθετείται νοτιανατολικά με φυτική μπορντούρα ενώ βόρια με ξύλινο φράχτη. Στο δάπεδο τοποθετείται δάπεδο ασφαλείας, ενώ δίνεται έμφαση στην επιλογή των οργάνων. Ζητούμενο είναι να εξάπτουν τη φαντασία  και τη δημιουργικότητα των μικρών παιδιών.
Αριστερά της βορειοδυτικής εισόδου διαμορφώνεται ένα μικρό αμφιθέατρο με μικρό άνοιγμα, οι καμπύλες του αμφιθέατρου συνεχίζονται με χαμηλή φύτευση ανθόφυτων στο χλοοτάπητα.
 Φωτο 4. Το αμφιθέατρο

Προχωρώντας στο μονοπάτι οδηγούμαστε στο καφέ . Στις κολώνες του γυάλινου κτηρίου φυτεύονται αναρριχόμενα φυτά ενώ στη νότια πλευρά κατασκευάζεται μικρή πέργκολα με αναρριχόμενα. Δύο πλατάνια προσφέρουν σκίαση το καλοκαίρι. Τραπέζια χωροθετούνται πάνω στο πλακόστρωτο αλλά και στο χαλίκι που κυριαρχεί ένα συντριβάνι και παγκάκια επενδεδυμένα με πλακάκια. Παρτέρια με λουλούδια αγκαλιάζουν το περιβάλλοντα χώρο του καφέ. Η επιφάνεια χλοοτάπητα που αναπτύσσεται μπροστά από το καφέ είναι ανοιχτή από το κέντρο της πλατείας , όχι όμως από το καφέ. Παγκάκια τοποθετούνται κάτω από τον ίσκιο των άκαρπων μουριών .

Φωτο 4. Το μονοπάτι πίσω από το καφέ.

Η ανάπτυξη του πρασίνου ξεκινάει από μεγάλα ύψη στη περιφέρεια της πλατείας καταλήγει στο κέντρο σε μικρότερα ύψη . Το κεντρικό στοιχείο αποτελείται από ένα κυκλικό συντριβάνι που στον ομφαλό του τοποθετείται ένα ηλιακό ρολόι που είναι επισκέψιμο μέσω  διαδρόμου. Σαν σκιά του μπαίνει ένα παγκάκι εξωτερικά και φύτευση εσωτερικά. Το στοιχείο νερού και ο διάδρομος φωτίζεται ώστε το βράδυ να είναι εμφανές από μακρυά. 
Φωτο 5. Το ηλιακό ρολόι

Φωτο 6. Ο κεντρικός χώρος της πλατείας.

Στο παρτέρι που υπάρχει αριστερά από τα τρία μαγαζιά φυτεύονται μπάλες βιβούρνου πάνω σε χλοοτάπητα. Το ίδιο και στο αντίστοιχο παρτέρι αριστερά . Ακριβώς μπροστά ένα μικρότερο παρτέρι εδαφοκαλύπτεται με ρίγανη και κυριαρχούν τρείς ροδιές. Μεταξύ του κτηρίου και του παρτεριού με τις ροδιές κατασκευάζεται καμπύλη πέργκολα για σκίαση.
Διακοσμητικά στοιχεία αποτελούν  εκτός από το κεντρικό στοιχείο τα δύο μικρότερα στοιχεία νερού  και η βρύση. Επίσης ξύλινες κολώνες τοποθετούνται δίπλα στους διαδρόμους με αναρριχόμενα φυτά. Τα παγκάκια στα κλειστά δωμάτια και την παιδική χαρά είναι ξύλινα για να ενισχύεται η ιδιωτικότητα των χώρων αυτών . Στο καφέ τα δυο παγκάκια επενδύονται με πλακάκι για να ταιριάζουν με το συντριβάνι. Τα δάπεδα είναι από κυβόλιθους σε διάφορους  χρωματισμούς.
Πιστεύουμε ότι ένας ποιοτικά σχεδιασμένος χώρος,  θα αναβαθμίσει τις ζωές των κατοίκων θα δημιουργήσει υπεραξία στην περιουσία τους, θα μειώσει το κόστος συντήρησης και θα εξοικονομήσει  φυσικούς πόρους.

Κατσογιάννη Σταυρούλα
Γεωπόνος-Αρχιτέκτων τοπίου

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΗΠΩΝ

Διαχείριση Ιστορικών  Κήπων
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για την προστασία και αποκατάσταση των ιστορικών τοπίων, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1980 υπάρχει έντονη δραστηριοποίηση των ειδικών για την διάσωσή τους. Ιστορικά τοπία μπορεί να χαρακτηριστούν κήποι που σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν αρχικά για αυτοκράτορες, βασιλιάδες, ηγεμόνες, αλλά κάποια χρονική στιγμή άνοιξαν τις πόρτες τους για το κοινό, αγροτικοί και βιομηχανικοί χώροι, κοιμητήρια, λατομεία κα.
Ένας ιστορικός τόπος σαν ζωντανός οργανισμός βρίσκεται εκτεθειμένος στα στοιχεία της φύσης αλλά και τις βουλές των ανθρώπων. Μέσα στο πέρασμα των χρόνων δεν είναι εύκολο να διατηρήσει αναλλοίωτο το φυτικό του πλούτο, το πολιτιστικό και ιστορικό του χαρακτήρα. Θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε σαν ένα μίτο της Αριάδνης, σαν μάρτυρα, σαν αναφορά του χθες στο σήμερα. Στην ιστορία έχουν μείνει οι κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνας σαν ένα από τα 7 θαύματα του κόσμου, ο κήπος της Εδέμ, ο κήπος του Επίκουρου, του Ιπποκράτη. 
Προστασία και στήριξη αιωνόβιου δέντρου σε ιστορικό πάρκο στο Πεκίνο


Τα στοιχεία που μπορεί να χαρακτηρίσουν ένα ιστορικό τοπίο είναι η τοπογραφία του, το ανάγλυφό του, η βλάστηση του, οι συνθέσεις  από την οποία μπορεί να αντληθούν πολλαπλά στοιχεία, οι διαδρομές μέσα στο χώρο, τα μονοπάτια, το δίκτυο κίνησης, τα υλικά, τα υγρά στοιχεία, συντριβάνια, καταρράκτες, λίμνες, ρυάκια, τα συστήματα άρδευσης , τα κτίρια τα υπόστεγα , οι αποθήκες , τα θερμοκήπια ακόμα και οι τουαλέτες. Σημασία έχει εκτός από την επιλογή των υλικών και  η  τοποθέτησή τους  μέσα στο χώρο για το  χαρακτήρα του τοπίου .Ακόμα και τα  διακοσμητικά ή λειτουργικά στοιχεία  όπως παγκάκια, φώτα, πινακίδες, κρήνες, γλάστρες,  γλυπτά και μνημεία αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι και πρέπει να τυγχάνουν της προσοχής των μελετητών ενός τέτοιου χώρου. 
Ιστορικό πάρκο στο Πεκίνο
Ο Asla (σύλλογος των Αμερικάνων αρχιτεκτόνων τοπίου) τονίζει ότι αν δεν κατανοήσουμε τα ιστορικά τοπία και δεν καταστρώσουμε σχέδια για τη διάσωση και αποκατάστασή τους, τότε θέτουμε σε κίνδυνο την ακεραιότητα μιας σημαντικής ιστορικής ιδιοκτησίας και πολιτιστικής κουλτούρας που είναι απαραίτητη για την εκπαίδευση και την αναψυχή των μελλοντικών γενεών.
Πως καταστρώνεται όμως ένα σχέδιο αποκατάστασης και διαχείρισης ενός ιστορικού κήπου; Πρώτα από όλα θα πρέπει να καταγραφεί η υπάρχουσα κατάσταση, να αναζητηθούν τα σημαντικά στοιχεία, να καθοριστούν τυχόν απειλές που μπορεί να φανούν επιζήμιες για τη βιωσιμότητα του. Παράλληλα το σχέδιο θα πρέπει να περιλαμβάνει τρεις ενότητες:
1.‘Ερευνα σχετικά με την αρχική διαμόρφωση του κήπου, την ιστορική εξέλιξη του, τα ειδικά χαρακτηριστικά του. Θα πρέπει να αναζητηθούν πληροφορίες μέσα από φωτογραφίες, ημερολόγια, πίνακες ζωγραφικής, λογοτεχνία, σχέδια, αρχεία, επιστολές, χάρτες, άρθρα περιοδικών, καταλόγους φυτών κλπ .       Η έρευνα θα πρέπει να επεκταθεί και έξω από το χώρο,  στο ευρύτερο περιβάλλον της εποχής στη πολιτική και κοινωνική σύνθεση του τόπου.
 2.Ανάλυση και Αξιολόγηση  των διαθέσιμων στοιχείων και πηγών. Εδώ θα πρέπει να εκτιμηθούν πέρα από τα οπτικά στοιχεία του τοπίου και τα άυλα, τα  σχήματα , οι ήχοι,  τα επίπεδα,  το βάθος , η κίνηση, οι αντανακλάσεις, οι σκιές.
3. Καθορισμός πολιτικών διαχείρισης   όπου θα μπαίνουν οι γενικές αρχές , θα ορίζεται ο φορέας διαχείρισης,  θα δίνονται στοιχεία για τις απαιτούμενες πρακτικές και εργασίες, θα διαμορφώνεται σχέδιο αποκατάστασης, μητρώο επεμβάσεων, σχέδιο αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης. Οι επεμβάσεις θα πρέπει να αντιμετωπίζονται συνολικά για να μην προσβάλλεται η ενότητα του χώρου. Οποιαδήποτε αλλαγή του φυσικού περιβάλλοντος, η οποία θέτει σε κίνδυνο την οικολογική ισορροπία, πρέπει να απαγορεύεται. 
Ιστορικό πάρκο στη Μόσχα
 Το σχέδιο αποκατάστασης και διαχείρισης  συντάσσεται και υποβάλλεται από ομάδα ερευνητών γεωτεχνικών, οι οποίοι έχουν επίγνωση της σημαντικότητας του χώρου.Στη χώρα μας δεν υπάρχουν παραδείγματα  κατανόησης της σημασίας που έχουν οι ιστορικοί κήποι για αυτό και πρόσφατα με έκπληξη πληροφορηθήκαμε ότι ο Εθνικός Κήπος της Αθήνας παραδόθηκε σε ιδιώτη, με στόχο να γίνουν αποσπασματικές παρεμβάσεις, ενώ παράλληλα ο χώρος θα διατίθεται για εκθέσεις σύγχρονης γλυπτικής,  που θα αυξήσουν τη επισκεψιμότητά του, λες και αυτό είναι το ζητούμενο για το κήπο. Στο Αγρίνιο, σε έναν ιστορικό χώρο, στο Παπαστράτειο πάρκο, έχει  ξεκινήσει η ανάπλασή του, δίχως κανένα σεβασμό στην ιστορία, τον πολιτιστικό και φυσικό του πλούτο. Η τριτοκοσμική αυτή  αντιμετώπιση,  δεν αρμόζει σε ιστορικούς δημόσιους τόπους που ανήκουν σε όλους μας και τους θέτει σε σοβαρό κίνδυνο με αμφίβολη αντιστρεψιμότητα. Η επιστημονική κοινότητα μετά τις αντιδράσεις που εξέφρασε χαρακτηρίστηκε από κάποιους οπισθοδρομική επειδή έπραξε το αυτονόητο. 
Ιστορικό πάρκο στη Πράγα
Στην Ελλάδα που πλήγεται όχι μόνο οικονομικά, υπάρχουν υποδομές, υπάρχει τεχνογνωσία, υπάρχει επιστημονικό υπόβαθρο για να αντιμετωπιστούν και να διασωθούν οι ιστορικοί τόποι. Οι αληθινοί σωτήρες και ανιδιοτελείς χορηγοί θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη τους την δυναμική τους και την επιστημονική τους γνώση.
Κειμενο – φωτο
Κατσογιάννη Σταυρούλα

Γεωπόνος- αρχιτέκτων τοπίου

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Οι κήποι στα αστικά σπίτια της αρχαιότητας

Οι κήποι στα αστικά σπίτια της αρχαιότητας
του Δημήτρη Παντερμαλή

Oι πόλεις των κλασικών χρόνων είχαν αναπτυχθεί ή ρυμοτομηθεί με πυκνή δόμηση, μην αφήνοντας μεγάλα περιθώρια για κήπους. H καθιέρωση του αστικού κήπου έγινε όταν ο Eπίκουρος οργάνωσε ένα μεγάλο κήπο μέσα στον πολεοδομικό ιστό της Aθήνας και ίδρυσε εκεί τη φιλοσοφική του σχολή.

 Tα αρχαία σπίτια διέθεταν μια πλακόστρωτη αυλή στο κέντρο, το λεγόμενο αίθριο, προορισμός της οποίας ήταν να δίνει ανάσα και φως στις στοές και τα δωμάτια γύρω της. Oρισμένα σπίτια ωστόσο φαίνεται ότι διέθεταν κάποιο μικρό κήπο.
O Μινωικός  πολιτισμός αγαπούσε τα δένδρα και τα λουλούδια, όπως δείχνουν οι απεικονίσεις κήπων και φυσικού τοπίου σε τοιχογραφίες που βρέθηκαν στην Kρήτη και στη Θήρα. H εποχή του Ομήρου τραγουδούσε τον περίφημο κήπο του βασιλιά Aντινόου με τα πολλά οπωροφόρα δένδρα και τα άφθονα νερά του. Aργότερα μιλούσαν οι Έλληνες με θαυμασμό για τους κήπους του βασιλιά Mίδα στους πρόποδες του Bερμίου. Ήταν γεμάτοι από εξηντάφυλλα ρόδα με αξεπέραστο άρωμα. Στα αρχαϊκά χρόνια, η Σαπφώ έκανε ποίημα την εικόνα του τεράστιου κήπου στη Λέσβο με τα κελαρυστά νερά, τα ανοιξιάτικα λουλούδια, τα σκιερά δένδρα και τα πλούσια λιβάδια του. Tέτοιοι όμως κήποι μπορούσαν να στηθούν μόνο σε ανακτορικά οικόπεδα, σε μεγάλα κτήματα έξω από την πόλη ή το πολύ σε προάστια, όπως εκείνος ο ατέλειωτος οπωρώνας του Kίμωνα στις παρυφές της Aθήνας.

Oι πόλεις των κλασικών χρόνων είχαν αναπτυχθεί ή ρυμοτομηθεί με πυκνή δόμηση, μην αφήνοντας μεγάλα περιθώρια για κήπους. Tα αττικά σπίτια διέθεταν βέβαια μια αυλή στο κέντρο τους, η οποία όμως ήταν πλακοστρωμένη και ο προορισμός της ήταν να δίνει ανάσα και φως στις στοές και τα δωμάτια γύρω της. Oρισμένα σπίτια ωστόσο φαίνεται ότι διέθεταν κάποιο μικρό κήπο. Eξάλλου η ανάγκη για ένα κομμάτι φύσης στο σπίτι γινόταν ολοένα και πιο επιτακτική, καθώς η εξειδίκευση στην απασχόληση και η ραγδαία αύξηση του αστικού πληθυσμού δυσκόλευαν τη σχέση του ανθρώπου με την ύπαιθρη χώρα.


H ανάγκη για ένα κομμάτι φύσης στο σπίτι γινόταν ολοένα και πιο επιτακτική για τους αρχαίους Έλληνες. Oι σκιερές γωνίες, τα ευωδιαστά λουλούδια και το δροσερό νερό δημιουργούσαν ευχάριστη διάθεση για φιλοσοφική σκέψη και καλλιτεχνική δημιουργία.  
Aπό την υπόθεση μιας δίκης των μέσων του 4ου αιώνα π.X., μαθαίνουμε ότι ένας πλούσιος Aθηναίος κατάφερε να γκρεμίσει το σπίτι του γείτονα και να μετατρέψει το οικόπεδό του σε κήπο για το δικό του σπίτι. Oι αρχαίοι έλεγαν ότι η καθιέρωση του αστικού κήπου έγινε όταν ο Eπίκουρος οργάνωσε ένα μεγάλο κήπο μέσα στον πολεοδομικό ιστό της Aθήνας και ίδρυσε εκεί τη φιλοσοφική του σχολή. 
Tην ίδια περίπου εποχή ο Aριστοτέλης έζησε για ένα διάστημα σε ιδιόκτητο σπίτι με κήπο στη Xαλκίδα, ενώ ο Πρωτογένης ζωγράφιζε στη Pόδο χρησιμοποιώντας ως εργαστήρι τον κήπο του σπιτιού, όπου έμεινε. Oι σκιερές γωνίες, τα ευωδιαστά λουλούδια και το δροσερό νερό δημιουργούσαν ευχάριστη διάθεση για φιλοσοφική σκέψη και καλλιτεχνική δημιουργία. Ωστόσο, δεν έλειπε και η πρακτική πλευρά. Πάντοτε καλλιεργούσαν και λαχανικά στους κήπους, ιδιαίτερα όμως στα ελληνιστικά χρόνια, μετά την εκστρατεία του M. Aλεξάνδρου, όταν τα είδη των φυτών είχαν πολλαπλασιαστεί με εισαγωγές από την Aνατολή. 
Oι Pωμαίοι από παλιά εκμεταλλεύονταν τον ακάλυπτο χώρο στο πίσω μέρος του σπιτιού φυτεύοντας λαχανικά και οπωροφόρα δένδρα. Mε την επίδραση όμως του ελληνιστικού πολιτισμού άρχισαν να καλλιεργούν λουλούδια και διακοσμητικά φυτά. Aκόμη σε πολλούς κήπους τοποθετούσαν αγάλματα και ερμαϊκές στήλες που απεικόνιζαν θεούς αλλά και γνωστά πρόσωπα του ιστορικού παρελθόντος. O κήπος έτσι έγινε το ιδεώδες περιβάλλον για επίσημα αλλά και καθημερινά γεύματα. Ένοικοι του σπιτιού και καλεσμένοι απολάμβαναν το φαγητό ανακεκλιμένοι κατά τον ελληνικό τρόπο στα τρικλίνια του κήπου, κάτω από τις ανάλαφρες κρεβατίνες. O ήχος του τρεχούμενου νερού, το κελάηδημα των πουλιών και το άρωμα των λουλουδιών έκαναν το γεύμα πιο ευχάριστο.

Δεν ήταν σπάνιο κατά τη διάρκεια του φαγητού να ακούγεται η φωνή του αναγνώστη, που διάβαζε κάποιο ενδιαφέρον βιβλίο και μετά η μουσική του αυλού ή της κιθάρας. Σε ξεχωριστές περιπτώσεις, ανάμεσα στις φάσεις του σερβιρίσματος, ένα κιόσκι του κήπου μετατρεπόταν σε σκηνή και οι ηθοποιοί έδιναν παράσταση. Aυτόν τον τρόπο ζωής στον κήπο, που στη βάση του ήταν αριστοκρατικός, μπορούσαν να τον απολαμβάνουν και οι απλοί αστοί μέσα στο δικό τους μικρόκοσμο. Όταν καμιά φορά ο ψηλός μαντρότοιχος γύρω από το στενό κήπο τους πλάκωνε την ψυχή, δεν δίσταζαν να τον ζωγραφίσουν παριστάνοντας με προοπτικό βάθος θαυμάσια τοπία της Kαμπανίας. Έτσι κέρδιζαν την ψευδαίσθηση μιας απέραντης φύσης μέσα στους τοίχους της πυκνοχτισμένης πόλης.

Aπό τη μινωική ακόμα εποχή ήταν αισθητή η ανάγκη για χώρους ψυχαγωγίας και πνευματικής ενατένισης. Λεπτομέρεια από τοιχογραφία της Δυτικής οικίας στο Aκρωτήρι της Θήρας (Σαντορίνη). Αρχαιολογικό μουσείο της Aθήνας.
Στον εσωτερικό διάκοσμο των αρχαίων κατοικιών του Αιγαιακού κόσμου κυριαρχούσαν τα άνθη. Οίκος των Κυριών, Ακρωτήρι Σαντορίνης.
Τοιχογραφία με αναπαράσταση κήπου στον Οίκο των Κοσμημάτων. Πομπηία 1ος αιώνας π.Χ. – 1ος αιώνας μ.Χ.
Κήπος και περιστύλιο στον οίκο των Βέτιων στην Πομπηία. Μαρμάρινα τραπέζια, συντριβάνια και γεωμετρικά παρτέρια ήταν τα χαρακτηριστικά των αστικών κατοικιών μεταξύ 3ου π.Χ. και 1ου μ.Χ. αιώνα.

Πηγή  http://www.youmagazine.gr/




Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Επαναπροσδιορισμός του αγροτικού τοπίου

Επαναπροσδιορισμός του αγροτικού τοπίου
Αγροτικά τοπία χαρακτηρίζονται  εκτάσεις που καταλαμβάνονται  από καλλιέργειες, λιβάδια και φυσική βλάστηση. Δημιουργήματα των αγροτικών πληθυσμών, που μεταβάλλονται  κάτω από την επίδραση της εξέλιξης των τεχνικών, της αγροτικής πολιτικής, των προγραμμάτων των αγροτών, καθώς και της αντίληψης που έχουν διαμορφώσει οι πληθυσμοί που κατοικούν σε αυτά. (Μπεόπουλος Ν., 2010)

Το αγροτικό τοπίο της χώρας μας έχει επηρεάσει η αγροτική πολιτική των τελευταίων χρόνων, που έχει προκαλέσει αλλαγές στην οικονομία, την κοινωνική συνοχή, την πολιτιστική ταυτότητα της αγροτικής κοινωνίας. Ο αγροτικός κόσμος, στη πλειοψηφία του,  τις τελευταίες δεκαετίες, συρρικνώθηκε και  έχασε τα χαρακτηριστικά του, ενσωματώθηκε στα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα, o παραδοσιακός  αγρότης (χωρικός), εργάτης γης, εξελίχθηκε σε επιχειρηματία ή σε υπάλληλο που ασκεί συμπληρωματικά τα αγροτικά του καθήκοντα.
Επιπτώσεις στο αγροτικό τοπίο
Μέτρα που εφαρμόστηκαν, από  το Β’ παγκόσμιο πόλεμο μέχρι και σήμερα, όπως αναδασμοί, αποξηράνσεις υδάτινων όγκων, εξαφάνιση φυτοφρακτών, αιολικά πάρκα, αγροτικά φωτοβολταικά, εγκατάσταση χωματερών, λατομεία, αλλά και φυσικές καταστροφές (φωτιές, πλημύρες),  επέδρασαν καταλυτικά στην εικόνα της αγροτικής υπαίθρου.

Οι αναδασμοί στην Ελλάδα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1950 και λειτούργησαν σαν μέσο εκσυγχρονισμού της ελληνικής γεωργίας. Μέχρι το 1992 αναδασμοί είχαν γίνει σε 1595 χωριά και το 22% της αγροτικής γης είχε αναδιανεμηθεί. Εκτός όμως από  πλεονεκτήματα το μέτρο επηρέασε την εικόνα του τοπίου, εκεί που υπήρχε ένα φυσικό ανάγλυφο, με φυσική βλάστηση, καλλιεργημένες εκτάσεις, ρέματα, ο τόπος ισοπεδώθηκε, φυσική βλάστηση εκριζώθηκε, οι αγροτικοί δρόμοι άλλαξαν χάραξη, έγινε επαναδιάταξη των ρεμάτων.  Ο αναδασμός όμως εκπαίδευσε τον αγρότη να μην εκτιμά την ιδιαιτερότητα του φυσικού τοπίου, γιατί δεν είχε κανένα οικονομικό αντίκρισμα για αυτόν, ακόμα και ένα δέντρο να υπήρχε στο χωράφι θα το ξερίζωνε με το σκεπτικό ότι σκίαζε τη καλλιέργεια.
Το έργο της αποξήρανσης  έδινε βάρος στην αγροτική ανάπτυξη και οδήγησε στην  εξυγίανση των ελωδών περιοχών από την ελονοσία. Η αποξήρανση λιμνών (Κωπαίδα, Κάρλα, Αγουλινίτσα, Γιανιτσών, Ξυνιάδας) από ότι διαπιστώνεται μετά από χρόνια, εξετάζοντας και το παράγοντα περιβάλλον,   δεν απέφερε τελικά θετικές περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές  αλλαγές στους τόπους που εφαρμόστηκαν. Το νερό  φεύγοντας πήρε μαζί του ζωή, πανίδα, χλωρίδα, γέννησε  νοσταλγία από εικόνες και βιώματα των κατοίκων. Με την υποβάθμιση του τοπίου τους στέρησε από εναλλακτικές ευκαιρίες δραστηριοποίησης μέσω της ανάπτυξης του αγροτουρισμού και του φυσιολατρικού τουρισμού  .
Η παρουσία φυτοφραχτών  ανάμεσα στη γεωργική γη, εξασφαλίζει συγκράτηση νερού, προστασία από τη διάβρωση, καταφύγιο ζωής, εξυγίανση, και σίγουρα προσφέρει πιο ποιοτικό τοπίο. Προστατεύουν  το αγρόκτημα με τη μείωση της οπτικής εισβολής του αυτοκινητόδρομου αλλά και στο οπτικό πεδίο των οδηγών προβάλλεται περισσότερο το τοπίο. Το ΥΠΑΑΤ πριν  μερικά χρόνια, αποσπασματικά επιδότησε  τη διατήρηση και αποκατάσταση φυτοφρακτών στους νομούς Έβρου και Ιωαννίνων.
Εν τω μεταξύ η μετανάστευση, η ερήμωση των ορεινών οικισμών, η πολυαπασχόληση, η εντατικοποίηση της παραγωγής, οι κοινοτικές επιδοτήσεις μετέβαλλαν το τοπίο της  ελληνικής  υπαίθρου.

Η κυριαρχία του κάμπου;
Έτσι φτάσαμε στο σημείο να πιστεύουμε ότι ο τόπος μας είναι φτωχός, άγονος και ξερός και  ας διαθέτει μια από τις πιο  πλούσιες χλωρίδες με τουλάχιστον  700 ενδημικά είδη. Το βουνό εγκαταλείφθηκε από τους αγρότες, οι ημιορεινές περιοχές καλλιεργούνται μερικώς από ξερικές καλλιέργειες, ενώ η κύρια αγροτική παραγωγή μετατοπίστηκε στον κάμπο και μαζί με αυτή και οι κατοικίες των αγροτών.  Στις πεδιάδες λόγω της εντατικοποίησης της παραγωγής  και των αναγκών της, αναπτύχθηκαν νέες τεχνολογίες, έργα υποδομής, θερμοκηπιακές καλλιέργειες με αποτέλεσμα οι αγρότες να αποκτήσουν μεγαλύτερη οικονομική δυνατότητα, τα χωριά τους όμως έχασαν το παραδοσιακό τους χρώμα, τα σπίτια τους, στη προσπάθειά τους να γίνουν πιο σύγχρονα, γίνονται κουτιά, το άμεσο περιβάλλον τους υποβαθμίζεται αισθητικά και περιβαλλοντικά.   Ισοπεδώθηκε η διαφορετικότητα, οι αγρότες  απαρνήθηκαν  τα υπέροχα μικροτοπία  του τόπου τους, στραφήκαν σε μονοκαλλιέργειες, εγκαταλείψαν  τις παραδοσιακές ποικιλίες, ανέπτυξαν σχέδια καλλιεργητικά που εξάντλησαν τους πόρους, υποβάθμισαν το περιβάλλον, δείγμα έλλειψης εκπαίδευσης και κοντόφθαλμης αγροτικής πολιτικής.
Από το 1970 αρχίζουν να μπαίνουν ζητήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, στη καθημερινότητά μας όπως  η ρύπανση των υδροφόρου ορίζοντα  από  νιτρικά άλατα,  η διάβρωση των εδαφών, η ρύπανση από φυτοφάρμακα, η μείωση της βιοποικιλότητας.


Η ανάγκη για ποιοτικό περιβάλλον
Μια σειρά  γεωργοπεριβαλλοντικών μέτρων προκηρύσσονται κατά διαστήματα, που περιλαμβάνουν δράσεις ενίσχυσης που αφορούν μεταξύ άλλων: τη βιολογική γεωργία, τη βιολογική κτηνοτροφία, τη μείωση της νιτρορύπανσης, την προστασία απειλούμενων αυτόχθονων φυλών αγροτικών ζώων, τη διατήρηση ντόπιων ποικιλιών, τη διατήρηση και αποκατάσταση φυτοφρακτών, τη διαχείριση παραλίμνιων εκτάσεων του δικτύου Natura 2000, τη διατήρηση και ανακατασκευή αναβαθμίδων, τη διατήρηση γεωργικών εκτάσεων για την προστασία ειδών άγριας πανίδας  θα μπορούσαν να δώσουν άλλη διάσταση στο αγροτικό περιβάλλον .
Ο ερχομός της κρίσης  επαναπροσδιόρισε την αντίληψή μας για τον αγροτικό τόπο. Αναζητώντας εναλλακτικούς τρόπους απασχόλησης και παραγωγής, ανακαλύπτουμε ότι το αγροτικό τοπίο μπορεί να είναι ένας άσσος στο μανίκι. Οι αγροτικές εκτάσεις δεν χαρακτηρίζονται πλέον σαν αγροτεμάχια μετατρέπονται σε δημόσιο αγαθό που προσφέρονται για αναψυχή, κατοικία, αγροτουρισμό. Ο σύγχρονος αγρότης καλείτε να κάνει το τόπο του πιο δελεαστικό, να  συνδυάσει δραστηριότητες που θα του προσφέρουν εναλλακτικές ευκαιρίες απασχόλησης. Το ποιες θα είναι αυτές είναι αποτέλεσμα μελέτης του κάθε τόπου και των δυνατοτήτων που διαθέτει.  Η ανασυγκρότηση του αγροτικού τοπίου θα παίξει πρωταρχικό ρόλο προς αυτή τη κατεύθυνση και θα μπορούσε να ενταχθεί στην πολιτική της νέας ΚΑΠ.
Ζητούμενο είναι πρώτα από όλα η διατήρηση και προστασία παραδοσιακών τοπίων και καλλιεργειών όπως το μοναδικό ίσως παράδειγμα, που εφαρμόζεται, της  Προστασίας του  Παραδοσιακού Ελαιώνα της Άμφισσας που ανήκει στο Δελφικό Τοπίο. Η εκπαίδευση των αγροτών σε θέματα περιβαλλοντικής διαχείρισης του τόπου τους, η αποκατάσταση του τραυματισμένου τοπίου από άλλες χρήσεις (λατομεία, χωματερές κλπ), η δημιουργία φυτοφραχτών κατά μήκος της γεωργικής γης, η  σύνδεση αγροτικών εκτάσεων με τοπικά σημεία αναφοράς, η απομόνωση της αγροτικής γης από το οδικό δίκτυο μέσω φυτεύσεων, η σύνδεση τυχόν αξιόλογων ανθρωπογενών ή φυσικών σχηματισμών του περιβάλλοντος τοπίου με οικισμούς μέσω μονοπατιών, ενίσχυση των βιοτόπων με φυτεύσεις, η ανάδειξη της γεωμορφολογίας κλπ.  αποτελούν μια σειρά προτάσεων για την αναβάθμιση του αγροτικού περιβάλλοντος και εισοδήματος που πρόσφατα δημοσίευσε η ΠΕΕΓΕΠ (Πανελλήνια Ένωση Επαγγελματιών Γεωτεχνικών και Επιχειρήσεων Πρασίνου). (http://biokipos.blogspot.gr/2014/01/blog-post_25.html). Ο ρόλος των γεωπόνων θα είναι καθοριστικός τόσο στην εκπαίδευση του αγροτικού κόσμου, όσο και στη διαμόρφωση και υλοποίηση προτάσεων για την αναβάθμιση του τόπου τους.
 Οι τοπικές κοινωνίες γνωρίζουν πολύ καλά ότι ενισχύοντας τη μοναδικότητα και την ιδιαιτερότητα του τοπίου τους μπορούν να βγουν κερδισμένοι, παράγοντας ποιοτικά προϊόντα, παρέχοντας αξιόπιστες υπηρεσίες, εξασφαλίζοντας καλύτερο επίπεδο ζωής  και δημιουργώντας τις  προϋποθέσεις παραμονής στον τόπο τους.  

Κείμενο-φωτο
Κατσογιάννη Σταυρούλα
Γεωπόνος-αρχιτέκτων τοπίου

Ελληνόγλωσση βιβλιογραφία
1.    Μπεόπουλος, Ν. (1996), «Περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την εφαρμογή του αναδασμού στην ημιορεινή ζώνη»,
2.    Μπεόπουλος, Ν. (2010), «Σε αναζήτηση του ελληνικού τοπίου»
3.    Στογιάνος Μ. (2014), «Θέσεις και προτάσεις της ΠΕΕΓΕΠ για την βελτίωση του αγροτικού περιβάλλοντος και εισοδήματος»